Οικουμενικό πατριαρχείο - Ιερός Ναός Γενήσεως Θεοτόκου Μπεντεβή Ιερά Αρχιεπισκοπή Κρήτης

 

Φιλανθρωπία Ιερού Ναού Γενήσεως Θεοτόκου Μπεντεβή

Ένα από τα σοβαρά θέματα που απασχολούν την Ενορία μας και που με πολύ αγάπη..Περισσότερα

Κοινωνικό φροντιστήριο Ιερού Ναού Γενήσεως Θεοτόκου Μπεντεβή

Το Κοινωνικό Φροντιστήριο της Ενορίας μας λειτουργεί 4 συνεχή χρόνια και..Περισσότερα

Ιστορικό Ιερού Ναού Γενήσεως Θεοτόκου Μπεντεβή

Ήταν μεγάλος ο πόθος των κατοίκων της περιοχής Μπεντεβή Καμάρας και Παλαιού..Περισσότερα

Πρόγραμμα Ιερού Ναού Γενήσεως Θεοτόκου Μπεντεβή

Πρόγραμμα του Ιερού Ναού Γενήσεως Θεοτόκου Μπεντεβή Ηρακλειου..Περισσότερα

ΠΡΟΣΔΟΚΩ ΑΝΑΣΤΑΣΙΝ ΝΕΚΡΩΝ…

Βρισκόμαστε στην περίοδο του Πεντηκοσταρίου, δηλαδή την εκκλησιαστική εκείνη περίοδο κατά την οποία δεσπόζει στις καθημερινές ακολουθίες της Εκκλησίας μας η μεγάλη και χαρμόσυνη εορτή της Αναστάσεως του Κυρίου. Όλα κατά την περίοδο αυτή είναι χαρμόσυνα, γιατί όλα είναι αναστάσιμα. Ο Χριστός νίκησε το θάνατο με το θάνατό Του, όπως ψάλλομε στο γνωστό τροπάριο: «Χριστός ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας…». Ο Χριστός με την εκ νεκρών Ανάστασή Του δείχνει περίτρανα ότι Εκείνος είναι η Ζωή, η Αυτοζωή, όπως το είχε πει στους ανθρώπους κατά την επί της γης παρουσία Του: «Ὥσπερ γὰρ ὁ Πατὴρ ἔχει ζωὴν ἐν ἑαυτῷ, οὕτως ἔδωκε καὶ τῷ Υιῷ ζωὴν ἔχειν ἐν ἑαυτῷ καὶ κρίσιν ποιεῖν, ὅτι υἱὸς ἀνθρώπου ἐστί» (Ιωάν. 26-27). Δεν μπορούσε, λοιπόν, η ζωή να νικηθεί από το θάνατο. Εξάλλου, στην περίπτωση αυτή, ο Θεός όχι μόνο δεν θα ήταν Θεός αλλά και θα καταδίκαζε εκ των προτέρων τον κόσμο και τον άνθρωπο που δημιούργησε σε οριστική εξαφάνιση. «Εν τοιαύτη περιπτώσει», γράφει ο άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης, «είναι μάταιος ο σκοπός της δημιουργίας και του ανθρώπου και δεν είναι άξιο μια τέτοια σκέψη να την αποδίδουμε στο Θεό».
Αφού, λοιπόν, ως χριστιανοί και μέλη της Ορθόδοξης Εκκλησίας πιστεύομε στην Ανάσταση του Χριστού και στη νίκη Του κατά του θανάτου, δεν μπορούμε παρά να πιστεύομε ακράδαντα και στη δική μας ανάσταση, την ανάσταση του σώματος και την επανένωσή του με την ψυχή, δηλαδή την επιστροφή του στη ζωή, κατά την Τελική Κρίση. Διότι ο άνθρωπος στην πληρότητά του είναι μια ψυχοσωματική ενότητα, είναι σώμα μαζί και ψυχή και ως εκ τούτου δεν μπορεί να κατανοηθεί το ένα χωρίς το άλλο. Επομένως, ο θάνατος του ανθρώπου, αυτή η προσωρινή διάλυση της αρμονίας ψυχής και σώματος, δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένας ύπνος και γι’ αυτό οι νεκροί ονομάζονται από την Εκκλησία μας «κεκοιμημένοι»ενώ τα νεκροταφεία «κοιμητήρια». Ο Απόστολος Παύλος, προκειμένου να μας μιλήσει για τη φθορά του σώματος και την ανάστασή του, χρησιμοποιεί την εικόνα του σπόρου που θάβεται στη γη και διαλύεται, για να φυτρώσει έτσι το νέο φυτό. Γράφει: «Αλλά ίσως κάποιος να ρωτήσει: Πώς ξαναζωντανεύουν οι νεκροί και με το σώμα έρχονται ξανά στη ζωή; Ανόητε!  Ο σπόρος που ρίχνεις εσύ στο χωράφι δεν παίρνει ζωή,  αν πρώτα δεν πεθάνει. Και με τη σπορά σου δεν σπέρνεις το σώμα του φυτού που θα φυτρώσει, αλλά γυμνό κόκκο είτε σιταριού είτε κάποιου άλλου είδους. Και ο Θεός δίνει σε κάθε σπόρο το σώμα του φυτού που έχει ορίσει. […] Το ίδιο θα συμβεί και με την ανάσταση των νεκρών. Όταν το σώμα σαν το σπόρο μπαίνει στη γη, είναι φθαρτό, θα αναστηθεί όμως άφθαρτο. Θάβεται άδοξο, θα αναστηθεί όμως ένδοξο∙ ενταφιάζεται ανίσχυρο, θα αναστηθεί όμως δυνατό. Ενταφιάζεται σώμα που ήταν εμψυχωμένο από ζωική φυσική δύναμη, θ’ αναστηθεί όμως ζωοποιημένο από το Πνεύμα του Θεού.» (Α΄ Κορ. 15, 35-44)
Ως χριστιανοί, λοιπόν, προσδοκούμε «ἀνάστασιν νεκρῶν καὶ ζωὴν τοῦ μέλλοντος αἰῶνος», όπως ομολογούμε στο Σύμβολο της Πίστεως. Και είμαστε σίγουροι γι’ αυτό, όσο κι αν μας σκανδαλίζει και γεννά αμφιβολίες μέσα μας η φθορά του σώματος και τα «γεγυμνωμένα ὀστᾶ»που απομένουν στον τάφο. Έχομε τη βεβαιότητα της δικής μας αναστάσεως, επειδή ο Χριστός μάς διαβεβαίωσε γι’ αυτό: «Αληθινά σας λέω ότι όποιος ακούει και βάζει στην καρδιά του τα λόγια μου και πιστεύει σ’ Εκείνον που με έστειλε, αυτός έχει κιόλας την αιώνια ζωή και δεν θα αντιμετωπίσει την τελική κρίση, αλλά έχει κιόλας περάσει από το θάνατο στη ζωή» (Ιωάν. 5, 24). Είπαμε και προηγουμένως ότι ο Χριστός αναστήθηκε από τους νεκρούς και νίκησε το θάνατο. Και ο Απόστολος Παύλος διερωτάται: «Αν όμως κηρύσσομε ότι ο Χριστός έχει αναστηθεί, πώς μερικοί ισχυρίζονται ότι δεν υπάρχει ανάσταση νεκρών; Αν δεν υπάρχει ανάσταση νεκρών, τότε ούτε ο Χριστός έχει αναστηθεί. Και αν ο Χριστός δεν έχει αναστηθεί, τότε το κήρυγμά μας είναι χωρίς νόημα, το ίδιο και η πίστη μας» (Α΄ Κορ. 15, 12-14).

Ο θάνατος είναι ένα καθημερινό σύμπτωμα στη ζωή του ανθρώπου. Αν δεν έχει πίστη και ελπίδα, όπως αυτή απορρέει από την Ανάσταση του Χριστού, τότε βασιλεύει η απελπισία, αφού όλα είναι ψεύτικα: «Διότι, αν πιστεύομε ότι ο Χριστός πέθανε κι αναστήθηκε, κατά τον ίδιο τρόπο και ο Θεός αυτούς που «κοιμήθηκαν»θα τους αναστήσει με τον Ιησού, για να ζήσουν μαζί Του», γράφει και πάλι ο απόστολος Παύλος στην Α΄ προς Θεσσαλονικείς επιστολή του (5,14). Μπορούμε όμως από τώρα να έχουμε γεύση αιωνιότητας; Μπορούμε να ξεπεράσουμε το φόβο του θανάτου; Η Εκκλησία μας, εκφράζοντας τη χαρά της, κηρύττει αιώνες τώρα το γεγονός της Αναστάσεως του Χριστού και διατρανώνει την πίστη της στην ανάσταση των νεκρών και τη μέλλουσα ζωή. Η πίστη όμως αυτή δεν είναι ιδεολογική, δεν είναι κάτι που βρίσκεται απλώς στο μυαλό μας. Είναι ένα βίωμα που το αποκτά κανείς, όταν ζει τη ζωή της Εκκλησίας. Ζώντας εκκλησιαστικά, μπορούμε να αντιμετωπίσομε διαφορετικά το θάνατο, ο οποίος έχει πλέον νικηθεί. Η Ανάσταση του Χριστού, το μέγα αυτό και παράδοξο για τη λογική μας γεγονός, είναι η εγγύηση και της δικής μας ανάστασης.